προσγεγραμμένη
Jump to navigation
Jump to search
Ancient Greek
Pronunciation
- (5th BCE Attic) IPA(key): /proz.ɡe.ɡram.mé.nɛː/
- (1st CE Egyptian) IPA(key): /proz.ɡe.ɡramˈme.ne̝/
- (4th CE Koine) IPA(key): /proz.ʝe.ɣramˈme.ni/
- (10th CE Byzantine) IPA(key): /proz.ʝe.ɣramˈme.ni/
- (15th CE Constantinopolitan) IPA(key): /proz.ʝe.ɣraˈme.ni/
Participle
προσγεγραμμένη • (prosgegramménē)
- nominative/vocative singular feminine of προσγεγραμμένος (prosgegramménos)
- (nominalized) iota adscript
See also
(προσῳδίαι ἑλληνικαί) προσῳδία; βαρεῖα ⟨ ` ⟩, βραχεῖα ⟨ ˘ ⟩, δασεῖα ⟨ ῾ ⟩, διαίρεσις ⟨ ¨ ⟩, κορωνίς ⟨ ᾽ ⟩, μακρά ⟨ ¯ ⟩, ὀξεῖα ⟨ ´ ⟩, περισπωμένη ⟨ ῀ ⟩, προσγεγραμμένη ⟨ ι ⟩, ὑπογεγραμμένη ⟨ ͺ ⟩, ψιλή ⟨ ᾿ ⟩ (Category: grc:Diacritical marks)